- Ανεξαρτησίας 180, 45444 Ιωάννινα
- 26510 36156
- [email protected]
Μείνετε Συντονισμένοι
Μείνετε Συντονισμένοι
Μέχρι την απελευθέρωση των Ιωαννίνων το 1913 η ίδρυση και η λειτουργία των σχολείων της πόλης αποτέλεσε την σημαντικότερη δραστηριότητα των εθνικών ευεργετών. Η διαχείριση των κληροδοτημάτων γίνεται μέχρι σήμερα από τα Αγαθοεργά Καταστήματα της Ιεράς Μητροπόλεως Ιωαννίνων. Σε συντονισμό με το μεγάλο πρόγραμμα σχολικής στέγης του Υπουργείου Παιδείας στις δεκαετίες ’20 και ’30 τα Αγαθοεργά Καταστήματα χρηματοδότησαν και υλοποίησαν την κατασκευή σχολείων μέχρι και τη δεκαετία του ’60 που ενεργοποιείται η κρατική μέριμνα. Τα κτίρια αυτά σχεδιάστηκαν από σημαντικούς αρχιτέκτονες: Περικλής Μελίρρυτος, Αριστοτέλης Ζάχος, Πάτροκλος Καραντινός και αποτελούν χαρακτηριστικά δείγματα των τάσεων κάθε εποχής. Έκτοτε έχουν επέλθει σημαντικές αλλαγές όμως τα κτίρια αυτά παραμένουν πρότυπα αισθητικής και λειτουργικότητας η οποία έχει προφανώς διαταραχθεί λόγω των δημογραφικών εξελίξεων και συνακόλουθα της μεγάλης αύξησης του αριθμού των μαθητών των Ιωαννίνων.
Η Καπλάνειος, Νεοβυζαντινό κτίριο της δεκαετίας του ’20 είναι έργο του Περικλή Μελίρρυτου διακρίνεται για την επιμελημένη λιθοδομή, οριοθετημένη από ζώνες οπτοπλίνθων, τα τοξωτά παράθυρα και την κεντρική είσοδο, στη γωνία του κτιρίου, με το εκλεκτικιστικό πρόπυλο. Διαρθρώνεται σε δύο πτέρυγες με εσωτερική αυλή και ακολουθεί τη ρυμοτομική γραμμή με απότμηση της γωνίας.Για πολλά χρόνια η Καπλάνειος πήρε ένα σημαντικό μέρος του φόρτου της σχολικής στέγης και στην προσπάθεια κάλυψης των αναγκών λειτουργίας έγιναν προσθήκες και κατασκευές που διαταράσσουν την αρχική δομή και λειτουργία του κτιρίου. Το 1966 καθαιρέθηκαν τα ξύλινα δάπεδα και αντικαταστάθηκαν από πλάκες οπλισμένου σκυροδέματος με επικάλυψη μωσαϊκών. Οι εσωτερικές διαρρυθμίσεις ιδιαίτερα στη συμβολή των δύο πτερύγων ακυρώνουν την λειτουργία του κεντρικού κλιμακοστασίου και γενικότερα φαίνεται ότι δεν έγιναν με βάση μία γενική μελέτη αλλά με τρόπο δόκιμο για την ελληνική πραγματικότητα κάτω από την πίεση της διαδικασίας του “κατεπείγοντος”. Μόνον η εξωτερική μορφολογία, που διακρίνεται από τη σαφήνεια ως προς τις βασικές σχεδιαστικές αρχές του νεοβυζαντινού ιδιώματος, παραμένει αναλλοίωτη με κάποιες μικρές επεμβάσεις, στα καταστήματα του ισογείου, και φθορές που δεν επηρεάζουν τη συνολική εικόνα του κτιρίου.
Η αποκατάσταση του συγκροτήματος αφορά το κέλυφος, κυρίως όμως τη λειτουργία. Αποκαθίσταται η κατακόρυφη κυκλοφορία και η λειτουργά της κεντρικής εισόδου για την προσέλευση και αποχώρηση των μαθητών. Το κεντρικό κλιμακοστάσιο μπορεί να απομονωθεί για την ανεξάρτητη χρήση της αίθουσας τελετών που διαμορφώνεται για μικρές παραστάσεις. Προκειμένου να εξασφαλιστούν επιπλέον αίθουσες για τις ανάγκες των σχολείων καταργούνται οι τουαλέτες του ισογείου οι οποίες μεταφέρονται στο νότιο τμήμα της αυλής σε νέο διακριτικό κτίριο ενσωματωμένο στην αντιστήριξη. Με το χειρισμό αυτό προστίθενται τρεις αίθουσες σε κάθε σχολείο.
Η σχέση της Καπλανείου Σχολής με το άμεσο αστικό περιβάλλον.
Τυπολογικά πρόκειται για γωνιακό κτίριο με εσωτερική αυλή που εφάπτεται και ορίζει τη ρυμοτομική γραμμή η οποία στη συνέχεια υιοθετείται από το σχέδιο πόλεως. Η απότμηση της γωνίας, όπως εφαρμόστηκε στη Βαρκελώνη από τον Cerdà, αποτελεί βασικό χειρισμό της ευρωπαϊκής ρυμοτομίας της εποχής τον οποίο συναντούμε και σε άλλα οικοδομικά τετράγωνα και κτίρια του ιστορικού κέντρου των Ιωαννίνων.
Ακριβώς απέναντι βρίσκεται η Παπαζόγλειος Σχολή, παλαιότερο έργο του Μελίρρυτου, κτίριο συμπαγές τοποθετημένο στο κέντρο του οικοπέδου αναφέρεται σε διαφορετική πολεοδομική προσέγγιση. Ο αρχιτέκτονας σχεδιάζει, στις αρχές του 20ου αιώνα, ένα κτίριο με βασικά χαρακτηριστικά της νεοκλασικής τυπολογίας και μορφολογίας: συμμετρία κάτοψης και όψης, στοά και κλασικοί κίονες, στιβαρή βάση από λιθοδομή με έντονες κυφώσεις και αετώματα στη στέγη). Εξ αιτίας μάλιστα του έντονα Ελληνικού χαρακτήρα του κτιρίου υπήρξε καθυστέρηση της έγκρισης από την Οθωμανική διοίκηση.
Είκοσι χρόνια αργότερα, υπό Ελληνική πλέον διοίκηση, ο ίδιος αρχιτέκτονας σχεδιάζει την Καπλάνειο Σχολή με την τυπολογία που προαναφέρθηκε και έντονα βυζαντινίζουσα μορφολογία: τοξωτά παράθυρα και βυζαντινοί κίονες, εμφανής λιθοδομή και ζώνες οπτοπλίνθων.
Στην Παπαζόγλειο είναι προφανής η συμβολική προσέγγιση προς την επίσημη αρχιτεκτονική της τότε ελεύθερης Ελλάδας (όπως και στο κτίριό του της Ζωσιμαίας Σχολής), ενώ στην Καπλάνειο διακρίνεται μια τάση αναδιατύπωσης και ανάδειξης ενός παρελθόντος με ήδη έντονη παρουσία στην περιοχή με τα σημαντικά μεταβυζαντινά εκκλησιαστικά μνημεία.
Ωστόσο παραμένει η δεινότητα (ή και εμμονή) του αρχιτέκτονα στο χειρισμό της συμμετρικής κάτοψης και όψης, την ομαδοποίηση των ανοιγμάτων τη στιβαρή βάση και τη χρήση του αετώματος. Την ίδια εποχή ο Αριστοτέλης Ζάχος σχεδιάζει επίσης Νεοβυζαντινά κτίρια καταλήγοντας στη Ζωσιμαία Παιδαγωγική Ακαδημία με την βυζαντινίζοντα στοιχεία αλλά την εντελώς ελεύθερη-μοντέρνα διάρθρωση των όγκων.
Τέλος πρέπει να επισημανθεί η αδιάφορη αντιμετώπιση του Μελλίρρυτου προς το αρχοντικό Πυρσινέλα, που αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα κτιρίου της Οθωμανικής πόλης: εσωστρεφές, χωρίς συμμετρία και μορφολογικούς συμβολισμούς.
Σε κάθε περίπτωση πέρα από την πολλαπλότητα και πολυπλοκότητα των αστικών μετασχηματισμών το άμεσο περιβάλλον της Καπλανείου προσφέρεται για τη διερεύνηση των παλαιότερων και των νεώτερων συνθετικών πρακτικών.
Copyright © 2020 | Αρχιτεκτονική Μελέτη – Σχεδιασμός Κτιρίων – Συντήρηση Μνημείων – All Rights Reserved Developed by PlanTech